Πέμπτη 13 Δεκεμβρίου 2018

Το παλιό δεν πέθανε, το νέο δεν γεννήθηκε: λίγες καθαρές κουβέντες για την κρίση και το αχαρτογράφητο μέλλον μας.

Αλλαγή φρουράς μπροστά στο μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη @pronews

Ακούω και διαβάζω, και καμιά φορά μετέχω σε συζητήσεις τον τελευταίο καιρό, σχετικά με το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Πολύ πρόσφατα μάλιστα ολοκλήρωσα και μία εργασία μου στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού συνταγματικού δικαίου με θέμα τις σχέσεις Ευρώπης και Δημοκρατίας σχετικά με την παλιά συζήτηση για το δημοκρατικό έλλειμμα. Ξεπερασμένη κατά βάση αλλά σημαντική για να εστιάσουμε στο τι συμβαίνει σήμερα.

Διαπιστώνω κι εγώ με τη σειρά μου, όχι ότι οι περισσότεροι δεν το βλέπαμε πιστεύω, απλά ήρθε η ώρα να βγει τώρα, το κατέβασμα του κεφαλιού, την περιδίνηση των λεγόμενων των παραδοσιακών φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων. Και κατ’ επέκταση ακούμε τις ιαχές των βαρβάρων από μακριά –«αχ θα καταστραφεί η Ευρώπη, θα διαλυθεί» και διάφορα τέτοια που λέγονται και άδονται καιρό.

Αυτό εξηγεί και το άγχος πολλών πριν τις ευρωεκλογές, που όπως νιώθεται θα αλλάξουν τους συσχετισμούς προς το χειρότερο και δεξιότερο. Και από την άλλη δείχνει ποιο είναι το ρεύμα που αυξάνεται και χαρακτηρίζει την εποχή μας και ποιοι επίσης είναι οι σημερινοί κοινωνικοί και πολιτικοί συσχετισμοί.

Δεν πιστεύω ότι αυτά τα ζητήματα λύνονται με επιφανειακά ξεπετάγματα ή με βαθυστόχαστες αναλύσεις που στην ουσία δεν κομίζουν τίποτα το ουσιαστικό. Πρέπει να καταλάβουμε και να καταλάβετε ορισμένοι -για να ομιλούμε και ως μετέχοντες στην ιστορία και όχι απλώς από την καρέκλα μας- τι είναι αυτό που λείπει από τον κόσμο που στρέφεται εναντίον των παραδοσιακών κεντροδεξιών, κεντρώων και κεντροαριστερών δυνάμεων.

Ας είμαστε ξεκάθαροι: Σε αυτόν τον κόσμο λείπουν οι παροχές. Λείπει η προ κρίσης κανονικότητα, λείπει η αίσθηση ότι το μέλλον θα είναι καλύτερο. Αυτό πλειοψηφικά μπορεί να το επιβεβαιώσει η παροντική κατάσταση της τσέπης και του λογαριασμού του καθενός, όπως επίσης και ότι από 2015 έχουν γίνει πάνω από 4.800.000* κατασχέσεις! Λείπει το κοινωνικό κράτος, λείπει η ιδέα ότι τα πράγματα μπορούν να γίνουν καλύτερα.

Κάθε κράτος της ένωσης είτε έχει περάσει μνημόνιο είτε φοβάται ότι θα το περάσει de facto, κόβει, συρρικνώνει δικαιώματα, αλλάζει το εργασιακό περιβάλλον, αυξάνει φόρους, μειώνει επιδόματα. Και επειδή αδυνατεί να παραδεχτεί ότι το πρόβλημα ξεκινάει από το ίδιο το κράτος που δεν είναι οικονομικά υγιές τα ρίχνει στον αόρατο μπαμπούλα.

Τα ρίχνει στην κακιά Ευρωπαϊκή Ένωση –η οποία είναι κακιά όχι γιατί μας κόβει αλλά γιατί πλέον δεν μπορεί να μας δώσει. Τα ρίχνει σε κάθε λογής κακούς ξένους και μετανάστες. Τα ρίχνει στο κακό το ριζικό της κρίσης που έβρεξε και κατέβασε ό,τι είχε και δεν είχε και στέρεψε πλέον η πηγή. Το εύκολο χρήμα τελείωσε και πλέον δε μας δίνει πλέον όσα θέλουμε ή ακριβέστερα μας δίνει αλλά όχι τζάμπα. Και έτσι δεν μπορούν πλέον οι κυβερνήσεις να κάνουν μεγάλες, γενναιόδωρες και αισιόδοξες παροχές και οι απλοί πολίτες να ζήσουν μια όμορφη και άνετη ζωή όπως την είχαν φανταστεί.

Έχει με αυτόν τον τρόπο κατασκευαστεί ένα οιονεί μέτωπο λιτότητας-αντιλιτότητας και υποδυόμαστε σαν άλλοι κομπάρσοι ότι όλα θα γίνουν όπως ήταν παλιά στην προσπάθειά μας να αποτινάξουμε το άγνωστο, σκοτεινό και αινιγματικό μέλλον.

Και να βάλουμε τώρα τα δαχτυλάκια επί των τύπων των ήλων: Πρέπει άραγε να γίνουν παροχές;

Ο Τσίπρας τον οποίο κάποιοι υποτιμούν το κατάλαβε νωρίτερα απ’ όλους. Η Ελλάδα ακόμα κι αν βρίσκεται ουσιαστικά πολύ πιο πίσω είναι μία από τις λίγες χώρες που έχει περάσει απ’ αυτό που η Ευρώπη φαντάζεται ότι έχει μπροστά της. Γι’ αυτό και οι Ευρωπαίοι σοσιαλδημοκράτες προσπαθούν να ως άλλη γλάστρα που ποτίζεται από τον βασιλικό της να δώσουν το σήμα της στροφής. Και επειδή φοβούνται και τρέμουν τα ποδαράκια τους να το πουν μόνοι τους το λένε με φωτογραφίες και σύμβολα.

Στην ουσία: Ναι και χωρίς περιστροφές, κατά την άποψη μου πρέπει να γίνουν παροχές. Δεν μπορεί να υπάρχει αιώνια καταδίκη στη λιτότητα. Αυτό όμως που αγνοούν κάποια κοκόρια και είναι κρίσιμο είναι το πότε πρέπει να γίνουν. Η σύγχρονη εκδοχή του «Τσοβόλα δώσ' τα όλα» είναι καταδικασμένη να μας πάει ακόμα πιο κάτω και δεν θα κρατήσει πολύ.

Δυστυχώς στη δύσμοιρη χώρα μας επικρατούν δύο αποψάρες που μόνο και μόνο γιατί η νοοτροπία τους είναι τέτοια αλλά και γιατί στοχεύουν στις καρέκλες της εξουσίας λένε τα εξής:

«Αλέξη δώσ' τα όλα και μην αφήσεις κολυμπηθρόξυλο vs Καμία παροχή να μην κάνεις, άσ’ τους να πεινάσουν».

Ζούμε στο 2018 και πάμε για 2019 και είναι σα να ζούμε στις σπηλιές του '80 και του '90, δηλαδή ήμαρτον! Η ιστορία επαναλαμβάνεται σαν την πιο κακόγουστη φάρσα.

Πριν όμως απαντήσει ο οποιοσδήποτε σπουδαιοφανής πρέπει και οι δύο πλευρές να καταλάβουν δύο πράγματα:

Η μία πλευρά που είναι υπέρ της άκρατης παροχολογίας πρέπει να καταλάβει ότι υπάρχουν αγορές, (δηλαδή μια ζωντανή οικονομία που σε κρίνει και σου λέει: μάγκα είσαι οικονομικά χάλια και δεν έχεις στον ήλιο μοίρα γιατί δεν παράγεις νέο πλούτο, φλερτάρεις με την οικονομική σου καταστροφή, χρωστάς στο θεό και δεν φαίνεται ότι θα τα αποπληρώσεις) και η άλλη πλευρά πρέπει να βάλει επίσης στο μυαλό της ότι υπάρχει και κοινωνία. Κοινωνία η  οποία βράζει, όχι γιατί είναι χαζή ή αμόρφωτη αλλά γιατί δεν βλέπει σοβαρές και πραγματικά αξιόπιστες λύσεις αλλά τα πράγματα να πάνε από το κακό στο χειρότερο.

Να ξεκαθαρίσω επίσης ότι αυτές οι δύο νοοτροπίες είναι εντελώς διαφορετικές αλλά τους συνδέει το ότι μιλούν εκ του ασφαλούς: Η μία έχει μάθει να τρώει απ’ το κράτος και θέλει προφανώς να συνεχίσει, και η άλλη έχει μάθει να τρώει από τα έτοιμα –επειδή είχε την τύχη να γεννηθεί σε μια πιο εύπορη οικογένεια, να σπουδάσει σε καλύτερα πανεπιστήμια κλπ.

Η άποψή μου, η πίστη μου και η βαθιά μου πεποίθηση είναι διαφορετική.

Διαφέρει γιατί τυγχάνει να μην προέρχομαι από ένα περιβάλλον μεγαλοαστικού πλούτου ούτε όμως να εκχωρώ την αξιοπρέπειά μου μετατρεπόμενος σε ζήτουλας από ένα χρεοκοπημένο –και εδώ υπάρχουν ευθύνες- κράτος. Οι περισσότεροι προερχόμαστε και ανήκουμε σε μία μικρομεσαία τάξη που διολισθαίνει προς τα κάτω και ούτε νιώθει ελίτ αλλά ούτε ποτέ είχε μάθει τι σημαίνει μεγάλες στερήσεις. Το βλέπει όμως τώρα.

Η θέση μου είναι ότι κάθε άνθρωπος πρέπει να επιδιώκει σαν τρελός να μαθαίνει περισσότερα, να γίνεται καλύτερος. Να έχει γνώσεις και μόρφωση –άσχετα αν θα είναι πανεπιστημιακή ή όχι- για το πώς λειτουργεί η οικονομία, για την τεράστια αξία της ηθικής ως μέσο για μια ευτυχισμένη ζωή. Αυτά σε κάποιους θα φανούν αοριστολογίες αλλά ο κάθε κατεργάρης πρέπει να κάτσει στον πάγκο του γιατί οι δικαιολογίες τελείωσαν. Και δεν μπορώ να ακούω άλλο ενήλικες να συμπεριφέρονται σαν νήπια. Όλοι έχουμε υποχρέωση να κάνουμε τη ζωή μας καλύτερη. Και αυτό είναι υπόθεση βαθιά προσωπική και κατ’ επέκταση βαθιά κοινωνική. Να μην τα περιμένουμε όλα από τους άλλους αλλά να πάρουμε τη ζωή μας στα χέρια μας χωρίς μιζέριες και κλάψα. Να κάνουμε αυτό που μας αρέσει , να είμαστε αυτό που μας αρέσει και να μάθουμε ότι έχει μεγάλη σημασία να κερδίζουμε από αυτά που δημιουργούν το μυαλό και τα χέρια μας. Και αυτό να το κάνουμε πράξη!

Φτάνουν πια όλες αυτές οι δικαιολογίες, ο χαζοσυνδικαλισμός, τα βαρετά λόγια και τα χωρίς ουσία λόγια των ξεπερασμένων πολιτικών που βρίσκουν εύκολους εχθρούς -μνημόνια και δε συμμαζεύεται. Είναι ξεπερασμένοι για έναν και μόνο λόγο: γιατί δεν μπορούν να μιλήσουν με όρους εμπιστοσύνης και έμπνευσης και κυρίως γιατί δεν έχουν να δώσουν απάντηση στην κρίση.

Είναι ξεπερασμένοι γιατί είναι ανίκανοι να δώσουν απαντήσεις στους ανθρώπους του σήμερα.

Είτε αδιαφορούν –γιατί πχ αν ήμασταν όλοι σαν τον Κυριάκο Μητσοτάκη και βγάζαμε 1.000.000 ευρώ το χρόνο πιθανώς και δεν θα μας ένοιαζε. Ούτε όμως τον Τσίπρα φαίνεται να τον νοιάζει να μας κάνει πρώτα σοβαρή χώρα –με τον Καμμένο και τον Πολάκη θα το κάνει δηλαδή;- ούτε την αναγκασμένη να είναι επικεφαλής μιας business as usual, αλά πασοκικό ινσέψιον Φώφης. Και λυπάμαι που το λέω γιατί δίπλα της υπάρχουν λαμπρά παιδιά που πιστεύω ότι έχουν πολλά να δώσουν, ωστόσο δεν μπορώ να κρύψω τη διαπίστωση των περισσότερων ότι της πέφτει βαριά η φανέλα. 

Απάντηση στη χρεοκοπία λοιπόν σοβαρή και παντελωνάτη δεν δίνεται από κανέναν. Οι πολλές χαζοσυζητήσεις για να περνάει η ώρα δίνουν και παίρνουν και το καράβι βουλιάζει. 

Και αντ' αυτού βλέπουμε κάτι απολειφάδια της ακροδεξιάς -και κάποια της ακροαριστεράς- που δεν ξέρουν να χωρίσουν δύο γαϊδουριών άχυρα να μας το παίζουν ανερχόμενοι αστέρες με συνθήματα -κάτω οι Ευρώπες και ξύλο στους διαφορετικούς- και απλά και μόνο επειδή έχουν πιο δυνατή φωνή να παίρνουν έδαφος.

Αναγκάζομαι να χρησιμοποιήσω τέτοια γλώσσα γιατί πλέον το πουλόβερ έχει ξηλωθεί. Έχουμε κάνει πολλή υπομονή. Πιστεύω ότι η μεγάλη πλειοψηφία του κόσμου νιώθει το ίδιο και γι' αυτό φοβάμαι ότι η αποχή στις επερχόμενες εκλογές θα είναι αυξημένη. Όπως και να έχει: οψόμεθα ες Φιλίππους.

Κλείνω με το εξής: Κάποιοι να θυμούνται ότι στην πολιτική δεν υπάρχει εφάπαξ νικητής και εφάπαξ χαμένος. Οι λίγοι γίνονται πολλοί και οι πολλοί μπορεί να γίνουν λίγοι. Ας αντιληφθούν τα βάρη που έχουν στους ώμους τους και ας κάνουν κάτι για να τα σηκώσουν. Γιατί αλλιώς τα βάρη θα πέσουν πάνω τους και δεν θα βρεθεί κανείς να τους σηκώσει.-

Παρασκευή 14 Σεπτεμβρίου 2018

Υπέροχοι Άνθρωποι

Η σημερινή τηλεόραση βρίσκεται σε παρακμή. Ακόμα κι έτσι όμως όλοι λίγο πολύ παρακολουθούμε. Για αρκετά χρόνια, περίπου τρεισήμισι, αρνούμουν συστηματικά να πάρω μία. Το μεγαλύτερο μέρος της φοιτητικής ζωής πέρασε χωρίς καν τηλεόραση και αναπληρωνόταν από το λάπτοπ και το κινητό. 

Δεν μου έλειπε καθόλου. Όταν μάλιστα ερχόμουν αντιμέτωπος με το θέατρο και τις ύβρεις του σημερινού χρεοκοπημένου πολιτικού «διαλόγου» με δυναμίτιζε προκλητικά μέχρι και να τη σπάσω.

Μετά από καιρό αποφάσισα να πάρω μία από τις τηλεοράσεις που είχαμε στο σπίτι -το πολύ πολύ για καμιά ταινία, ειδήσεις, κάποια κανάλια του εξωτερικού κλπ. Κυρίως για την αναπλήρωση του ήχου στο σπίτι. Έδινε πάντα άλλη ζωντάνια αυτός ο ήχος.

Χτες έπεσα τυχαία σε μια διαφορετική εκπομπή. Την ήξερα από μικρός αλλά τότε την θεωρούσα τρομερά βαρετή γιατί δεν μπορούσα να την καταλάβω. Αυτή η εκπομπή ήταν το Αστικό Τοπίο. Αστικό μάλλον όχι ιδεολογικοφιλοσοφικά αλλά απλά σχετιζόμενο με την πόλη.

Μου άρπαξε το ενδιαφέρον ένας απίστευτος κύριος. Καθόταν σε ένα οβάλ γραφείο συνεδριάσεων και διηγούνταν ιστορίες της επαγγελματικής ζωής του. Αρχιτέκτονας. Έδειχνε ένα ένα τα έργα του κι έκανε σαν μικρό παιδί. Παθιαζόταν, φώναζε, σχεδόν δάκρυζε. Έλεγε για το πώς ξεκίνησε. Από το τίποτα. Απλός άνθρωπος, homo novus, και έφτιαξε σιγά σιγά από ένα υπόγειο το γραφείο του.

Κρατιόμουν από τα χείλη του και ένιωθα σαν να με πάει ταξίδι στον κόσμο του. Μόνο η ελπίδα που απέπνεε, η αγάπη για τη δουλειά του, τα σχέδια του, τα έργα του ήταν συναρπαστική. Αυτός ο άνθρωπος είναι ο Γιάννης Βικέλας. Αρχιτέκτονας του Πύργου Αθηνών, του μεγαλύτερου ουρανοξύστη της Ελλάδας.

Μου θύμισε μια μικρή ιστορία. Όταν κάποτε χτίζανε τον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Παύλου στο Λονδίνο ρωτήσανε δειγματοληπτικά τρεις χτίστες για ποιο λόγο εργάζονται. Ο πρώτος τους είπε ότι δούλευε για να βγάλει τον επιούσιο. Ο δεύτερος γιατί έπρεπε να ζήσει την οικογένειά του. Ο τρίτος γιατί είχε μεν γυναίκα και παιδιά αλλά δούλευε κυρίως γιατί εκείνη τη στιγμή έχτιζε τον Καθεδρικό Ναό του Λονδίνου!

Δεν έχουν όμως σημασία οι Πύργοι και οι Ναοί. Αυτά είναι μάλλον η κορυφή του παγόβουνου. Αυτό που μετράει είναι η αγάπη των ανθρώπων για τη δουλειά τους. Κανείς δεν πρέπει να θεωρεί τον εαυτό του αποτυχημένο όταν προσπαθεί, όταν μοχθεί και όταν αγαπάει αυτό που κάνει. Όταν πιστεύει ότι μπορεί να τα καταφέρει και κινητοποιεί κάθε ικμάδα των δυνατοτήτων του για να πετύχει τους στόχους του.

Είμαι αντίθετος στη φιλοσοφία -να την κάνει ο θεός- του αρνητισμού. Οι χειρότεροι εχθροί της πραγματικής προόδου είναι όσοι θέλουν να μας κρατήσουν πίσω και με κάθε τρόπο διατυμπανίζουν τη μιζέρια τους. Αυτοί  είναι οι αντίπαλοι ενός λαού που θέλει και πρέπει να βγει από τη φτώχεια και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει. Αυτοί είναι κατά έναν τρόπο οι φταίχτες για τη διαιώνιση της κακοδαιμονίας.

Όμως υπάρχουν και άλλοι άνθρωποι. Άνθρωποι υπέροχοι. Άνθρωποι που προσπαθούν παρά τις Κασσάνδρες της μιζέριας και της κακομοιριάς. Πραγματικά παραδείγματα. Σαν αυτά που δεν βλέπεις συχνά στην τηλεόραση αλλά ελπίζεις ότι μια μέρα θα ξυπνήσουν και θα γκρεμίσουν ότι δεν τους αφήνει να δημιουργήσουν.

Παρασκευή 29 Ιουνίου 2018

Ένας χρόνος Ελληνικό Ινστιτούτο Πολιτιστικής Διπλωματίας!


Για να αλλάξουμε την πρόσληψη της δημόσιας ιστορίας μας πρέπει να αλλάξουμε πρώτα την πρόσληψη της δημόσιας εικόνας και ταυτότητάς μας.

Δυστυχώς στο παρελθόν ουδεμία προσπάθεια τελεσφόρησε τόσο στο πεδίο μιας ουσιαστικής προώθησης της εξωτερικής εικόνας της ελληνικότητας πολλώ δε μάλλον στην συγκρότηση μιας εσωτερικής, εθνικής, οπτικής της αυτοσυνειδησίας μας.

Μάλιστα ο άθλος αυτός είναι πράγματι τιτάνιος κυρίως αν σκεφτούμε πως το βασικό χαρακτηριστικό της ελληνικής ταυτότητας δεν είναι ότι προσδιόριζε θετικά ή έστω αρνητικά τον εαυτό της αλλά αντίθετα ότι φαίνεται να μην ξέρει καν τί είναι, γιατί είναι, πού οδεύει και που στοχεύει. Πρόκειται για μια απροσδιοριστία που καταλήγει ορισμένες φορές να τίθεται στην προκρούστεια κλίνη της γραφικότητας ή δυστυχώς της γελοιότητας αφήνοντας μας να αναρωτιόμαστε βάσιμα «τι άραγε σημαίνει να είσαι Έλληνας;».

Η στρατηγική του ελληνισμού τα τελευταία πενήντα χρόνια είτε απουσιάζει ως συνείδηση και επιλογή από την κοινωνία είτε είναι πλημμελώς κατανοημένη. Το χειρότερο ωστόσο ίσως είναι η ανυπαρξία στρατηγικής και εν γένει μακρόπνοου και δημιουργικού οράματος ως προς όλους εκείνους που από τη θέση τους βαρύνονται να παιδεύουν, να εκπαιδεύουν και να διαπλάθουν τη συνείδηση της κοινωνίας.

Και προφανώς δεν αναφέρομαι εδώ στον πατερναλιστικό διανοούμενο που μετεμφυτεύει ως δήθεν αξίες και ιδέες τα εξουσιαστικά του σύνδρομα. Ούτε βέβαια στην ιδεολογικοποίηση των προσωπικών συμφερόντων του καθενός.

Το μείζον ερώτημα, και ακριβώς το κύριο σημείο αναφοράς, είναι αν μπορούμε να συνδιαμορφώσουμε έναν ελάχιστο κοινό παρονομαστή της ιδιοπροσωπίας μας. Αν μπορούμε να δώσουμε στον κόσμο, σε κάθε άκρη της γης, τη δική μας κατανόηση για την ελληνικότητα, τη δική μας οπτική για το τι πράγματι είναι και τι αξίζει να είναι η Ελλάδα.

Μπορούμε να δημιουργήσουμε επομένως όχι απλώς μία εικόνα αλλά και μια σύγχρονη νοοτροπία, διαφορετική από την παλιά και γραφική, που να μας βοηθά να ξεπεράσουμε τις χρόνιες παθήσεις μας ως έθνος και ταυτόχρονα να προβάλλει διεθνώς τη δυναμική της αληθινής μας αξίας;

Πιστεύω πως αυτό μπορούμε να το κάνουμε.

Μπορούμε να βγάλουμε προς τα έξω τον εαυτό μας, να μάθουμε απ' τους άλλους λαούς, να αξιοποιήσουμε τα πλεονεκτήματα αλλά βεβαίως και τα μειονεκτήματά μας. Μπορούμε να εξάγουμε όχι μόνο την εικόνα του κατά τα άλλα αξιοζήλευτου ελληνικού χώρου αλλά και έναν νέο τρόπο θέασης του βίου. Έναν νέο τρόπο πρόσληψης του τι πράγματι μπορούμε να πετύχουμε ως λαός.

Ακριβώς γι' αυτό, και πέραν του ατομικού μόχθου του καθενός, μέσο δημιουργίας και πλατφόρμα εκτόξευσης της κοινής αγωνίας μας και του πόθου για μια θαρραλέα και γεμάτη αυτοπεποίθηση και αίσθημα προσφοράς ταυτότητα είναι το Ινστιτούτο Ελληνικής Πολιτιστικής Διπλωματίας.

Ένα κόσμημα σπάνιο, ένα ψηφιδωτό ανθρώπων συνειδητοποιημένων και προβληματισμένων σχετικά με το μείζον ζήτημα του «τι είμαστε» και του «τι αξίζει να είμαστε»· ένα δίκτυο ανθρώπων με στοιχεία σύγχρονα, δημιουργικά και πρωτίστως εθνικά αδέσμευτα, και υπερεθνικά αλληλέγγυα.

Νιώθω πως έχει γίνει μια σπουδαία αρχή. Ήδη το Ινστιτούτο γιορτάζει σήμερα (Σαβ. 30/06/2018) έναν χρόνο από τη γέννησή του με μία πολλά υποσχόμενη εκδήλωση στην Αρχαία Ολυμπία. Περιττή βεβαίως η αναφορά στην εξαιρετική και ποικίλη συνεισφορά που έχει ως τώρα στο ενεργητικό του. Ελπίζω η προσπάθεια να εδραιωθεί διαχρονικά, γιατί τότε και μόνο τότε δεν θα έχει απλά πετύχει άλλο ένα εγχείρημα αλλά θα μιλάμε, χωρίς διάθεση υπερβολής, για μια επανάσταση. 

Πρόκειται στην ουσία για τον επαναπροσδιορισμό του μεγάλου ιστορικού Χρόνου με στοιχεία τέτοια ώστε όχι μόνο να τον επανεφεύρουμε αλλά και να τον φέρουμε στη μεριά μας. Γιατί αυτό είναι που χρειαζόμαστε: μια άλλη σχέση με το χρόνο. Αυτό είναι στα μάτια μου το μεγάλο διακύβευμα. 

Αξίζουν πράγματι συγχαρητήρια σε όλη την ομάδα του Ινστιτούτου, σε όλα τα παραρτήματα εντός Ελλάδας αλλά και στο εξωτερικό, και ιδίως στον αγαπητό φίλο και Πρόεδρο Πέτρο Καψάσκη για το πάθος και την άριστη δουλειά που έκανε και εξακολουθεί να κάνει.

Χρόνια πολλά λοιπόν! Εύχομαι το μέλλον να μας δικαιώσει. 

#ΕλληνικόΙνστιτούτοΠολιτιστικήςΔιπλωματίας
#HellenicInstituteofCulturalDiplomacy #rethinkingGreece

Σάββατο 16 Ιουνίου 2018

Οι εθνικές επιτυχίες προϋποθέτουν στρατηγικό βάθος, αυτοπεποίθηση και αίσθημα ευθύνης.


Όπως ο λαϊκισμός είναι βαθιά αντιλαϊκός έτσι και ο εθνικισμός είναι βαθιά αντεθνικός.

Οι υπερβολές, οι εξάρσεις και η πατριωτική πλειοδοσία δεν ταιριάζουν σε κανέναν σοβαρό άνθρωπο που αγαπά την πατρίδα του και θέλει την πρόοδο της.

Αντίθετα δείχνουν με σαφή τρόπο την υποκριτική επιθυμία κάποιων να ξανακαρφωθούν στις καρέκλες τις εξουσίας και την προσπάθεια κάποιων άλλων να μην τις χάσουν.

Το ζήτημα της ονομασίας των βόρειων γειτόνων μας δεν πρέπει να μας φοβίζει αλλά αντίθετα πρέπει να μας κάνει να δούμε τι μπορούμε να κερδίσουμε ως χώρα, ποιες δυνατότητές μας μπορούμε και πρέπει να ενεργοποιήσουμε για το εθνικό και ευρωπαϊκό μας συμφέρον.

Η μεγαλύτερη ήττα προέρχεται από την ηττοπάθεια μας, τον φόβο και την ανικανότητά μας μας να δημιουργήσουμε ευκαιρίες εκεί που οι άλλοι βλέπουν καταστροφές.

Το χειρότερο είναι αυτές τις αγκυλώσεις να τις δημιουργούμε οι ίδιοι, όπως επί παραδείγματι επιδιώκει συστηματικά και χωρίς κανένα εθνικό στρατηγικό βάθος η συντηρητική παράταξη. Η τελευταία μπορεί σαφώς να κεφαλαιοποιήσει πρόσκαιρα κάποιες εκλογικές ωφέλειες από την στάση της αλλά δεν θα αργήσει η ώρα που θα σφυρίζει κλέφτικες μελωδίες όταν πιθανώς θα κληθεί να αναμετρηθεί διεθνώς γύρω από το θέμα. Και φοβάμαι ότι και τότε θα αποδειχθεί λίγη.

Για μένα μια εθνική, αν θέλετε, επιτυχία περνάει μέσα από δύο πράγματα.

Αφενός με το τι μπορούμε να κερδίσουμε πρακτικά -εμπορικά, τουριστικά, και εν γένει 
αναπτυξιακά- αναβαθμίζοντας ριζικά τη θέση μας στα Βαλκάνια και 
αφετέρου τι μπορούμε να αναδείξουμε ως διεθνές πνευματικό προϊόν από την κατοχύρωση της πολιτιστικής θέσης της δικής μας -ελληνικής- Μακεδονίας διεθνώς.

Αυτά είναι απολύτως στο χέρι μας. Δεν εξαρτώνται ούτε από την ονομασία της γλώσσας της γείτονος ούτε από την τυπικά προσδιορισμένη εθνότητα των πολιτών της. Εξαρτώνται πρωτίστως και θεμελιωδώς από το τι κάνουμε εμείς, κι όχι απλώς το τι νοσταλγικά θυμόμαστε κατόπιν εορτής ότι είναι ο πολιτισμός μας.

Γι' αυτό είναι πάνω από κρίσιμο να συμβάλλουμε σε μία στρατηγική φιλία μακράς πνοής με στόχο την εμβάθυνση του εξευρωπαϊσμού δυστυχώς όμως όχι μόνο των γειτόνων αλλά και μέρους της κοινωνίας μας. Ακριβώς γιατί αυτή είναι η αδυναμία μας η οποία δεν επιτρέπει να απελευθερωθούμε από τα δεσμά της φοβικής συντηρητικής σκέψης.

Οι αλυτρωτισμοί σε όποια εκδοχή τους το μόνο που κάνουν είναι να δημιουργούν προβλήματα, τα οποία πληρώνονται πανάκριβα.

Ως εκ τούτου μία σύνθετη ονομασία είναι για μένα αποδεκτή αρκεί βεβαίως να συνοδεύεται με τις εγγυήσεις που ανέφερα παραπάνω.

Μέχρι τώρα είναι σημαντικό το ότι έχει γίνει μισό βήμα. Αυτό το βήμα πρέπει να ολοκληρωθεί. Αν όχι δεν θα μιλάμε για παραπάτημα αλλά για ολίσθημα.
Και αυτό θα το ξαναβρούμε μπροστά μας αν δεν επιδείξουμε εθνική αυτοπεποίθηση, διεθνή διπλωματική επιδεξιότητα και κατά μείζονα λόγο αίσθημα ευθύνης.

Παρασκευή 4 Μαΐου 2018

Περήφανος μπορείς να νιώθεις μόνο όταν δεν συγκαταλέγεσαι στα παιδιά του κομματικού σωλήνα.

Ανήκω σε εκείνους που πιστεύουν ότι οι μικρές ιστορίες της πραγματικότητας έχουν ιδιαίτερα παιδαγωγικό χαρακτήρα. Ιδίως μάλιστα όταν οι ιστορίες αυτές είναι ανόθευτα συνδεδεμένες με την καθημερινότητα που ζούμε όλοι μας και έχουν να μας πουν κάτι, να μας κάνουν να δούμε τα πράγματα κάπως διαφορετικά. Θα σας διηγηθώ λοιπόν μια ιστορία -ανταποκρινόμενη στην πραγματικότητα μέχρι κεραίας- που είχα την τύχη να ζήσω πριν λίγα χρόνια ως πρωτοετής φοιτητής της Νομικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστήμιου.

Ήταν ένα όμορφο ανοιξιάτικο απόγευμα όταν σχολούσαμε από τα μαθήματά μας∙ ο τρίτος όροφος της Νομικής έσφυζε από φοιτητές που απολάμβαναν το διάλλειμά τους ή ετοιμάζονταν να διώξουν από πάνω τους την κούραση μιας δύσκολης και ιδιαίτερα ζεστής Δευτέρας. Όλα κυλούσαν κατά το πρωτόκολλο της συνήθειας και κανείς δε μπορούσε να φανταστεί ότι κάτι θα μπορούσε να διαταράξει τη νηνεμία της ακαδημαϊκής ρουτίνας. Έτσι λοιπόν περπατούσα κι εγώ προς την ελευθερία μου, χαιρετώντας καλούς φίλους και γνωστούς, ανυπόμονος να κατέβω τα σκαλιά και να αναχωρήσω προς το σπίτι.

Δεν πρόλαβα να σηκώσω το κεφάλι απ’ το έδαφος. Τέσσερις περίεργοι τύποι ένιωθα να έρχονται καταπάνω μου. Όπως αμέσως αποδείχτηκε στόχος δεν ήμουν βέβαια εγώ, αλλά ο τοίχος πίσω μου. Σε κλάσματα δευτερολέπτου εφορμούν προς τα κατάλευκα ντουβάρια, ψαχουλεύουν τις φθαρμένες τσάντες τους και αρχίζουν να επιδίδονται σε μία άνευ όρων και ορίων λεηλασία. Τα σπρέι τους έφτυναν τους τοίχους με συνθήματα που δεν μπορεί να συλλάβει ο ανθρώπινος εγκέφαλος. Όσο νόημα μπορεί να βγάζει η φράση «η μάνα μου είναι gay» και «γαμι@εται το σύστημα» τόσο μπορούσα να συγκρατήσω την οργή μου. Ήταν μάλιστα μια πολύ γενναία φίλη που είχε το θάρρος να κάνει ό,τι θα έκανε ένας σοβαρός και σκεπτόμενος άνθρωπος. Σε τέτοιο σημείο μάλιστα που άπλωσαν χέρι πάνω της και τη χτύπησαν.

Ο πανικός που ακολούθησε δεν περιγράφεται. Οι μαυροντυμένοι «φίλοι» μας ήταν αμετανόητοι. Όχι μόνο ως προς την εμμονή τους να κάνουν ότι γουστάρουν γιατί το νομιμοποιούσαν οι δήθεν αγαθές προθέσεις τους αλλά κυρίως γιατί το θέμα για αυτούς δεν χωρούσε συζήτηση παρά μόνο τυφλή ανυπακοή στους πάντες και στα πάντα. Εκεί λοιπόν αρκετοί φοιτητές συνειδητοποιήσαμε ότι δεν πάει άλλο. Αυτό το πράγμα δεν μπορούσε να συνεχιστεί. Έπρεπε απέναντι σ’ αυτή την άγονη και κούφια αντίδραση να υπάρξει μια εποικοδομητική και θετική δράση. Συμφωνήσαμε λοιπόν εκεί που οι άλλοι βάψανε το μίσος τους με σπρέι εμείς να ξαναβάψουμε τους τοίχους. Όχι όπως ήταν αλλά όπως θα έπρεπε να ήταν.

Μαζευτήκαμε διάφοροι άνθρωποι, χωρίς καμία σχέση μεταξύ μας, κάποιοι δεν γνωριζόμασταν καν, και πήραμε την πρωτοβουλία να συνεννοηθούμε με τους αρμόδιους της Σχολής για να βάψουμε τους τοίχους. Συμφωνήσαμε να βάψουμε τη σχολή μετά από λίγες μέρες. Πήραμε τα άσπρα χρώματα, τα οποία μας διέθεσαν δωρεάν, και ήμασταν έτοιμοι να περάσουμε την κεντρική είσοδο της σχολής. Οι τύποι ήταν εκεί, μας περίμεναν κρατώντας στα χέρια μαύρες μπογιές.

Ό,τι κι αν κάναμε ήταν έτοιμοι να το μουτζουρώσουν. Ό,τι κι αν θέλαμε εκείνοι ήθελαν το αντίθετο. Έτσι τυφλά, απλά για να νιώσουν την ικανοποίηση του δικού μας ανικανοποίητου. Σκεφτήκαμε με γενναιότητα και σωφροσύνη και δεν τους κάναμε τη χάρη. Οι τοίχοι βάφτηκαν αργότερα μπορεί όχι από εμάς αλλά με τη δική μας πίεση, ακόμα κι αν κάποιοι προσκείμενοι σ’ αυτούς διατυμπάνιζαν «σπάστε στο ξύλο τους -δήθεν- πασπίτες αλλά μην πειράζετε τις αφίσες των αγωνιστών», ακόμα κι αν το αδιέξοδο πείσμα τους χτυπούσε με φόρα πάνω στα κλειστά μυαλά τους.

Για εμένα τότε γεννήθηκε η αξία της συμμετοχής. Η αξία της θετικής δράσης.
Άσχετα από κομματικές παρωπίδες, από ιδεολογήματα, από εξυπηρετήσεις κομματικών συμφερόντων και από το αίσθημα του επαρχιωτικού παραγοντισμού των καλησπεράκηδων που θυσιάζονται ως πρόβατα επί σφαγή στις κιμαδομηχανές των κομματικών μηχανισμών ή των νοσηρών τους ιδεοληψιών τους.

Γι’ αυτό και νιώθω πραγματικά περήφανος που δεν συγκαταλέγομαι στα παιδιά του κομματικού σωλήνα.

Και ας γράφουν για περηφάνια οι δαπίτες που που τρώνε περισσότερες χυλόπιτες και από τις κατά τα άλλα συμπαθείς κοπέλες που ζητούν μηχανικά να μας αρωματίσουν -όπως συμβαίνει στην πλατεία Ναβαρίνου…
Νιώθω πραγματικά ευτυχισμένος και πλήρης που αφιέρωσα τον εαυτό μου εκτός από τον αγαπημένο κόσμο των θεωρίας και των ιδεών, πρωτίστως στον κόσμο της πραγματικότητας, στα προβλήματα και στο καμίνι που βράζουμε και ζούμε όλοι.
Γιατί άλλωστε η μόνη θεωρία που νομιμοποιούμαστε να υιοθετούμε είναι εκείνη που ευθυγραμμίζεται με την πράξη. 
Αυτό έμαθα, αυτό έκανα και αυτό θα κάνω πάντα. Και ξέρω καλά πως αυτό κάνουν και γι' αυτό αγωνίζονται κι άλλοι σαν κι εμένα, πολύ καλύτεροι από εμένα, πολύ πιο δραστήριοι απ' ότι εγώ. 

Γιατί εμείς, κι εκεί είναι το βάρος στο «εμείς», είμαστε φτιαγμένοι από άλλο ύφασμα. 

Και κάποιοι ας χαίρονται που η μόνη αλλαγή που έκαναν ποτέ ήταν αυτή στις αφίσες των παρατάξεών τους και στα τραπεζάκια τους.